Παρασκευή 26 Αυγούστου 2016

Να μπλοκάρουμε τα δίδακτρα στο μεταπτυχιακό της Νομικής Αθήνας

Μέσα στο καλοκαίρι, ένα μήνα πριν την έναρξη κατάθεσης αιτήσεων για συμμετοχή, η Νομική σχολή ανακοίνωσε την αναδιάρθρωση των μεταπτυχιακών της προγραμμάτων. Από τη σχετική ανακοίνωση προκύπτει ότι τα μεταπτυχιακά προγράμματα χωρισμένα ανά Τομέα (Αστικού, Ποινικού κλπ) αντικαθίστανται από ένα νέο, ενοποιημένο πρόγραμμα που διαιρείται σε 22 κατευθύνσεις. Παράλληλα ανακοινώνεται με την «εύηχη» διατύπωση περί «συνδρομής φοιτητών» η επιβολή διδάκτρων ύψους 1.200 ευρώ.

Ξέρουμε ότι
η ανακοίνωση αυτή δεν έρχεται σαν «κεραυνός εν αιθρία», αλλά εναρμονίζεται με τη γενική κατεύθυνση για μεταπτυχιακά επί πληρωμή (το 79% των μεταπτυχιακών προγραμμάτων στην Ελλάδα έχουν ήδη δίδακτρα!). Ξέρουμε και ότι απέναντι στις όποιες αντιδράσεις, η απάντηση θα είναι να μην παραπονιόμαστε γιατί δεν μπορούσε να γίνει κάτι άλλο, δεν υπάρχουν χρήματα και ότι τα 1.200 ευρώ είναι μια πολύ λογική τιμή σε σχέση με άλλα μεταπτυχιακά.

Δεν πρέπει όμως στο όνομα των παραπάνω να αποδεχτούμε τα δίδακτρα, ψάχνοντας ο καθένας ατομικά αν και πως θα μπορέσει να βρει 1.200 ευρώ για να τα καλύψει. Αντίθετα, πρέπει να αγωνιστούμε συλλογικά για να μην περάσουν. Πρέπει να μπλοκάρουμε την επιβολή διδάκτρων γιατί σε αντίθεση με την παρουσίασή τους είτε σαν κάτι το «φυσιολογικό» είτε σαν «αναγκαίο κακό»:

Ούτε «φυσιολογικό», ούτε «αναγκαίο» είναι να πληρώνουμε για να σπουδάσουμε.
Ο αγώνας ενάντια στα δίδακτρα, είναι αγώνας για την υπεράσπιση του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα της εκπαίδευσης. Η διαφύλαξη του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα, είναι προϋπόθεση για το δικαίωμα της καθολικής πρόσβασης στο κοινωνικό αγαθό της παιδείας. Τα δίδακτρα, η συρρίκνωση των φοιτητικών παροχών και η γενικότερη μετακύλιση του κόστους σπουδών στους φοιτητές, οδηγούν σε μια παιδεία-εμπόρευμα, που από κοινωνικό αγαθό στο οποίο έχουν πρόσβαση όλοι μετατρέπεται σε υπηρεσία στην οποία η πρόσβαση εξαρτάται από την οικονομική δυνατότητα του καθενός.

Ούτε «φυσιολογικό», ούτε «αναγκαίο» είναι να αποκλειόμαστε από τις σπουδές λόγω αδυναμίας να πληρώσουμε.
Η υπεράσπιση της δημόσιας και δωρεάν παιδείας δεν είναι «ιδεολογικό» ζήτημα. Αφορά την υλική υπεράσπιση της δυνατότητας όλων να σπουδάσουν, ανεξάρτητα από την οικονομική κατάσταση αυτών και των οικογενειών τους. Ειδικά στην Ελλάδα των μνημονιακών πολιτικών και της φτωχοποίησης που έχουν επιφέρει, τα δίδακτρα δεν αποτελούν απλά μια οικονομική επιβάρυνση που αίρει το δωρεάν χαρακτήρα των σπουδών, αλλά ένα μέτρο που έρχεται να αποκλείσει μεγάλο μέρος των φοιτητών από τις σπουδές, στην προκειμένη περίπτωση από το μεταπτυχιακό, καθώς θα αδυνατούν να καλύψουν το κόστος. Και η απάντηση σε αυτό δεν μπορεί να είναι οι 3 υποτροφίες που προβλέπονται ανά κατεύθυνση για φοιτητές που αδυνατούν να πληρώσουν, λες και η αδυναμία να καλυφθούν τα 1.200 ευρώ αφορούν μια μικρή μειοψηφία και όχι τη συντριπτική πλειοψηφία των φοιτητών. Ούτε πολύ περισσότερο η προκλητική επιχειρηματολογία που ακούστηκε πέρυσι για την επιβολή διδάκτρων στο μεταπτυχιακό του Τομέα Διεθνούς, για το «λογικό» των 1.200 ευρώ σε σχέση με ποσά σε άλλα μεταπτυχιακά. Ο μόνος τρόπος να διασφαλιστεί η δυνατότητα πρόσβασης σε όλους είναι να παραμείνει το μεταπτυχιακό πρόγραμμα της Νομικής αλλά και κάθε μεταπτυχιακό δωρεάν.

Ούτε «φυσιολογικό», ούτε «αναγκαίο» είναι να πληρώνουμε τα σπασμένα της μνημονιακής πολιτικής, τα σπασμένα της υποχρηματοδότησης.
Τα δίδακτρα επιβάλλονται στο όνομα της κάλυψης ενός μέρους των εξόδων λειτουργίας του μεταπτυχιακού, λόγω της μείωσης της κρατικής χρηματοδότησης. Η αλήθεια είναι ότι η υποχρηματοδότηση είναι μια πραγματικότητα που «στραγγαλίζει» το πανεπιστήμιο και τη λειτουργία του. Δεν είναι όμως κάποιο «φυσικό κακό». Την τελευταία εξαετία οι κρατικές δαπάνες για τα ΑΕΙ και ΤΕΙ έχουν μειωθεί κατά 70%, στο πλαίσιο της μνημονιακής πολιτικής των περικοπών από παντού για να εξυπηρετηθεί η αποπληρωμή του χρέους. Ταυτόχρονα, με την ίδια «ευκολία» που οι περικοπές και οι επιβαρύνσεις αφορούν μόνιμα τα δημόσια αγαθά, τους εργαζόμενους και τη νεολαία, μόνιμα αφορούν και τους διάφορους επιχειρηματίες( τελευταίο παράδειγμα ο Μαρινόπουλος) οι φοροαπαλλαγές, η δυνατότητα να βγάζουν τα λεφτά τους στο εξωτερικό, να πτωχεύουν τις επιχειρήσεις τους αφήνοντας απλήρωτους τους εργαζόμενους. Όσο για τη «λύση» που προωθείται απέναντι στην αδυναμία κάλυψης στοιχειωδών εξόδων λειτουργίας των πανεπιστημίων, στην υπολειτουργία και τη συρρίκνωση παροχών που φέρνει η υποχρηματοδότηση, δεν είναι άλλη από την επιβολή διδάκτρων ή την αναζήτηση ιδιωτικών χορηγιών.

Απέναντι λοιπόν στη «λύση» των διδάκτρων απαιτούμε πρώτα απ’ όλα από τη διοίκηση της σχολής την άμεση απόσυρσή τους.
Αντί να επιβάλει στους φοιτητές να πληρώνουν για να σπουδάσουν, να διεκδικήσει από την κεντρική εξουσία, από το Υπουργείο την αναγκαία χρηματοδότηση για τη λειτουργία του μεταπτυχιακού και της σχολής γενικότερα. Να θέσει το ζήτημα της υποχρηματοδότησης, να προχωρήσει σε διαμαρτυρίες στο Υπουργείο καλώντας και τους φοιτητές, αν θέλει να λέει ότι υπερασπίζεται τα συμφέροντά τους. Διαφορετικά, είναι προφανές ότι επιλέγει να είναι απέναντι μας, ότι επιλέγει να υλοποιήσει την πολιτική που μας φορτώνει το βάρος της κρίσης. Κυρίως όμως εμείς ως φοιτητές θα πρέπει να αγωνιστούμε με κάθε μέσο για να μπλοκάρουμε τα δίδακτρα. Γιατί δεν είναι δική μας υπόθεση να πληρώνουμε για να καλύψουμε τα αποτελέσματα της μνημονιακής υποχρηματοδότησης. Για να διασφαλίσουμε το δικαίωμα όλων στις σπουδές και όχι μόνο όσων έχουν την οικονομική δυνατότητα.

Παράλληλα, το συνολικό ζήτημα της υποχρηματοδότησης και των αποτελεσμάτων της θα πρέπει να γίνει κύρια αιχμή αγώνα για το φοιτητικό κίνημα.
Ακριβώς, γιατί συνεπάγεται από δίδακτρα και ελλείψεις διδακτικού και διοικητικού προσωπικού μέχρι περικοπές στις φοιτητικές παροχές. Δεν είναι επομένως υπόθεση ενός αγώνα μόνο ανά σχολή, αλλά και ενός ενιαίου αγώνα που θα πρέπει να δοθεί. Μέσα στο Σεπτέμβρη λοιπόν, να προχωρήσουμε είτε μέσω Γενικών Συνελεύσεων είτε μέσω αποφάσεων Διοικητικών Συμβουλίων, σε συντονισμό των συλλόγων-για την οργάνωση πανεκπαιδευτικής κινητοποίησης ενάντια στην υποχρηματοδότηση και τις συνέπειες της για τις σχολές και τους φοιτητές.

Με βασικό αίτημα την άμεση αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης για την παιδεία. Αίτημα που για να γίνει πράξη όμως απαιτεί τη ρήξη με τα μνημόνια, με το ευρώ και την Ε.Ε.
Γιατί μόνο εκτός ευρώ μπορούμε να ελέγχουμε εμείς και όχι τα επιτελεία της Ε.Ε τον κρατικό προϋπολογισμό και άρα το που θα δοθούν χρήματα, να υπάρξει αύξηση και όχι μείωση των δαπανών για την παιδεία. Για να απαλλαγούμε από το ληστρικό χρέος και από τις μνημονιακές δεσμεύσεις, που το συνοδεύουν, για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, που πρακτικά σημαίνουν συνεχόμενη υποχρηματοδότηση σε δημόσια παιδεία, υγεία κλπ. Γιατί μόνο σε ρήξη με την Ε.Ε που εδώ και τρεις δεκαετίες με Συνθήκες και Οδηγίες όπως αυτή της Μπολόνια, προωθεί στις χώρες-μέλη την απόσυρση του κράτους και το «άνοιγμα» της εκπαίδευσης στην ιδιωτικοποίηση, μπορούμε να υπερασπιστούμε το δημόσιο και δωρεάν σύστημα παιδείας.

Να μπλοκάρουμε τα δίδακτρα- να μπλοκάρουμε την εμπορευματοποίηση της εκπαίδευσης!
                                        Δημόσια και δωρεάν παιδεία για όλους!

Πέμπτη 11 Αυγούστου 2016

Η εργασία ως «ευγενική χορηγία» στην Ελλάδα των μνημονίων


Ανακοίνωση του Αριστερού Δικτύου Νεολαίας

Έρευνα που δημοσιεύεται στο intrajobs.gr και στην imerisia.gr έρχεται να επιβεβαιώσει μια βασική τρομακτική πτυχή της μνημονιακής πραγματικότητας: Όσα πτυχία και χαρτιά αν κυνηγήσει ένας επιστήμονας, όσα χρόνια προϋπηρεσίας και αν έχει, θα εξακολουθεί να πληρώνεται με μισθούς πείνας των 450-750€. 

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία, μεταπτυχιακοί υπάλληλοι με 1-5 χρόνια προϋπηρεσίας αμείβονται με λιγότερα από 450€ και πτυχιούχοι ΑΕΙ/ΤΕΙ με 6-10 χρόνια προϋπηρεσίας αμείβονται επίσης με λιγότερα από 450€! Ταυτόχρονα, στα 11-15 χρόνια προϋπηρεσίας μεταπτυχιακοί έχουν αμοιβές ακόμη και από 751€ ενώ πτυχιούχοι ΑΕΙ/ΤΕΙ και μεταλυκειακής εκπαίδευσης ακόμη και από 451€!


Οι μνημονιακές πολιτικές της ΕΕ και του ΔΝΤ έρχονται να σφραγίσουν πως το κυνήγι πτυχίων, τίτλων και πιστοποιητικών ελάχιστη επίδραση έχουν στη μετέπειτα εργασιακή ζωή των νέων –κυρίως- εργαζομένων. Οι μισθοί πείνας, η εκμετάλλευση στους χώρους εργασίας και ο εργασιακός μεσαίωνας δε λογαριάζουν αν ο εργαζόμενος έχει ένα, δύο ή τρία πτυχία και μεταπτυχιακά. Στο βωμό της κρίσης, τα 450, τα 500 και τα 600€ πρέπει να θεωρούνται «ευτυχία», και ας βρει ο εργαζόμενος την άκρη για να ζήσει.

Γίνεται σαφές ότι στη μεταμνημονιακή κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην χώρα μας τίθεται στους νέους το εξής δίλημμα: μακροχρόνια ανεργία ή κακοπληρωμένη εργασία από την μία, είτε μετανάστευση στο εξωτερικό από την άλλη. Μετανάστευση που εκφράζεται και ως απομύζηση του επιστημονικού δυναμικού (brain drain). Από το 2008 μέχρι και σήμερα, οι Έλληνες του brain drain έχουν παραγάγει περισσότερα από 50 δις. ευρώ στις νέες «πατρίδες» τους, δηλαδή στις χώρες υποδοχής τους. Ευρωπαϊκές χώρες (κυρίως Γερμανία και Αγγλία) απορροφούν έτοιμους νέους επιστήμονες, την στιγμή που το ελληνικό κράτος έχει δαπανήσει 8 δις ευρώ για την εκπαίδευση των ανθρώπων αυτών. Η απώλεια είναι μεγάλη για την χώρα μας, καθώς χάνει το πιο παραγωγικό κομμάτι της και ουσιαστικά στερείται ένα αναγκαίο επιστημονικό δυναμικό, που μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο σε μια άλλη πορεία για την χώρα.

Το πραγματικό δίλημμα είναι αν θα αποδεχτούμε αυτήν την κατάσταση ή αν σαν νέα γενιά θα διεκδικήσουμε την ζωή και το μέλλον που μας αξίζει. Η μοίρα μας μπορεί να αλλάξει, μόνο μέσα από την πάλη ενάντια στα μνημόνια, μόνο μέσα από την πάλη για μια Ελλάδα που θα μπορεί να παράγει σε ρήξη με τις πολιτικές της λιτότητας και της παραγωγικής διάλυσης που επιβάλλουν ΕΕ και δανειστές. Σήμερα, λοιπόν, είναι αναγκαίο να οικοδομήσουμε ένα μαζικό νεολαιίστικό ρεύμα ρήξης με την ΕΕ που θα αντιμάχεται τον σύγχρονο εργασιακό μεσαίωνα και θα διεκδικεί εργασία με πλήρη δικαιώματα, ασφάλιση, μισθούς αξιοπρέπειας και όχι χαρτζιλίκια. Αυτός είναι ο μόνος δρόμος προοπτικής, ο μόνος δρόμος για να εργαστούμε, να δημιουργήσουμε στον τόπο μας.