Παρασκευή 24 Απριλίου 2015

Ένα σχόλιο με αφορμή τα νέα Προγράμματα Κοινωφελούς Εργασίας: Για τις ανάγκες τις δικές μας ή των δανειστών;

Τα μνημόνια, που οι κυβερνήσεις των προηγούμενων χρόνων υπερψήφιζαν και εφάρμοζαν στο όνομα «της διάσωσης της χώρας και της παραμονής στο ευρώ και την Ε.Ε», δεν ήταν απλά ένα άθροισμα καταστροφικών νόμων αλλά οικοδόμησαν μια νέα, «μεσαιωνική» εργασιακή πραγματικότητα.

Βασική πλευρά της, οι μειώσεις μισθών, η διάλυση των εργασιακών δικαιωμάτων, η στέρηση του ίδιου του δικαιώματος στην εργασία. Ο βασικός μισθός μετά βίας στα 500€, 78 νόμοι απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων που ήρθαν να αντικαταστήσουν τη σταθερή και με δικαιώματα εργασία με την ευελιξία, ενάμιση εκατομμύριο ανέργων. Η νεολαία βιώνει με τον πιο έντονο και δραματικό τρόπο αυτή την πραγματικότητα. Το 62% των νέων είναι άνεργοι, ενώ η ύπαρξη αυτού του «εφεδρικού στρατού» που αναζητεί δουλειά είναι ο μοχλός για την εμπέδωση της συνθήκης του εργασιακού μεσαίωνα, καθώς υπό το φόβο της ανεργίας είναι πιο «εύκολη» η αποδοχή των πιο αντιδραστικών συνθηκών, όπως του μοντέλου της 5μηνης ανασφάλιστης, χωρίς δικαιώματα  εργασίας  των voucher. Η νεολαία «διαπαιδαγωγείται» στην απόρριψη και το φόβο, στην ευέλικτη εργασία και ζωή…

Μια πολιτική πραγματικής διεξόδου από την κρίση προς όφελος του λαού, της νεολαίας και των δικαιωμάτων τους θα σήμαινε την «κατεδάφιση» του μνημονίου στο χώρο της εργασίας. Θα σήμαινε την κατοχύρωση μόνιμης και σταθερής δουλειάς με δικαιώματα για όλους. Με  την κατάργηση του αντεργατικού νομοθετικού πλαισίου της τελευταίας πενταετίας, των μορφών ευέλικτης εργασίας, των προγραμμάτων voucher και stage, του Συμφώνου Πρώτης Απασχόλησης που στερεί τους νέους εργαζόμενους από κάθε ίχνος δικαιώματος. Με την κατοχύρωση της επτάωρης εργασίας και του πενθημέρου, την επαναφορά των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, με θεσμούς ελέγχου και τιμωρίας της εργοδοσίας για τους απλήρωτους μισθούς, τη «μαύρη» και ανασφάλιστη εργασία, τις παράνομες απολύσεις. Με αυξήσεις στους μισθούς, με επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού, με άμεση κατοχύρωση του κατώτατου μισθού στα 751€. Κυρίως όμως, θα σήμαινε μια πολιτική που θα οδηγούσε στη δημιουργία νέων θέσεων πλήρους απασχόλησης, για να αντιμετωπιστεί ο εφιάλτης της ανεργίας. Με σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης.  Με στήριξη και χρηματοδότηση του δημόσιου τομέα, των ΑΕΙ, των σχολείων, των νοσοκομείων, των ερευνητικών ιδρυμάτων, των δομών πρόνοιας και τη στελέχωσή τους με το αναγκαίο προσωπικό.


Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ, υποτασσόμενη στη συμφωνία της με τους δανειστές στις 20 Φεβρουαρίου που προβλέπει την παράταση της δανειακής σύμβασης και απαγορεύει τις μονομερείς ενέργειες, όχι μόνο δεν υλοποιεί μια τέτοια πολιτική καθολικής σύγκρουσης με τη μνημονιακή εργασιακή πραγματικότητα αλλά φαίνεται να μην μπορεί να υλοποιήσει ακόμα και όσα προβλέπονταν στο κυβερνητικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, όπως η αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751€. Παρότι είχε εξαγγελθεί ως άμεση προτεραιότητα της κυβέρνησης, στα πλαίσια της διαπραγμάτευσης που θεωρητικά διέπεται από το σύνθημα «ούτε ρήξη, ούτε υποταγή» αλλά μάλλον οδηγεί στην υποταγή, μετατράπηκε σε σταδιακή. Συγκεκριμένα, μια πρώτη αύξηση του κατώτατου μισθού μετατέθηκε για τον Οκτώβρη του 2015, ενώ η δεύτερη για το δεύτερο εξάμηνο του 2016. Παράλληλα, με δίμηνη καθυστέρηση το υπουργείο Εργασίας  δημοσιοποίησε και έθεσε σε διαβούλευση σχέδιο νόμου με είκοσι αλλαγές στα εργασιακά. Οι αλλαγές που περιέχονται είναι σε θετική κατεύθυνση, καθώς περιλαμβάνονται μέτρα όπως η επαναφορά των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, δεν υπάρχει όμως καμία βεβαιότητα ότι το σχέδιο νόμου θα φτάσει στην ψήφιση, από τη στιγμή που οι δανειστές, στους οποίους η νέα κυβέρνηση εκχώρησε το δικαίωμα να «βαφτίζουν» ενέργειες ως μονομερείς και να τις μπλοκάρουν, εκβιάζουν ζητώντας να μην πειραχτεί το μνημονιακό πλαίσιο.

Αυτό όμως που κυρίως προβληματίζει, είναι τα πρώτα δείγματα γραφής της συγκυβέρνησης στο θέμα της καταπολέμησης της ανεργίας. Στις προγραμματικές εξαγγελίες του ΣΥΡΙΖΑ το Σεπτέμβριο του 2014 στη Θεσσαλονίκη, αναφερόταν η δημιουργία 300.000 θέσεων εργασίας. Υποσημειωνόταν ωστόσο ότι θα πρόκειται για θέσεις μερικής απασχόλησης, τον οποίων η δημιουργία θα χρηματοδοτηθεί μέσω  των ευρωπαϊκών πόρων του ΕΣΠΑ. Στις αρχές Απριλίου, στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής ανακοινώθηκε ένα  Πρόγραμμα Κοινωφελούς Εργασίας για την πρόσληψη 32.433 νέων ανέργων σε δήμους. Πέρα από την προφανή αναποτελεσματικότητά του σε σχέση με τα τεράστια μεγέθη της ανεργίας ειδικά στους νέους, το ουσιαστικότερο πρόβλημα βρίσκεται στην ταύτιση των εργασιακών όρων που προβλέπονται, με τους όρους αντίστοιχων προγραμμάτων επί μνημονιακών κυβερνήσεων. Συγκεκριμένα όπως αναφέρεται «το μισθολογικό κόστος αντιστοιχεί α) σε 19,81 ευρώ ημερησίως και όχι μεγαλύτερο από 495,25 ευρώ μηνιαίως για τους ανέργους άνω των 25 ετών και β) σε 17,27 ευρώ ημερησίως και όχι μεγαλύτερο από 431,75 ευρώ μηνιαίως για τους ανέργους κάτω των 25 ετών, κατά̟ παρέκκλιση των νόμιμων αμοιβών ̟που προβλέπονται από την Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας και τις οικείες συλλογικές συμβάσεις». Επιπλέον  «ο ΟΑΕΔ και ο Επιβλέπων Φορέας δεν υποχρεούνται να καταβάλουν οποιαδήποτε άλλη παροχή ή ενίσχυση στους ωφελούμενους (άδεια, επίδομα αδείας, ειδικές άδειες κ.ά.) και γενικώς δεν έχουν εφαρμογή οι γενικές διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας».

Είναι αδικαιολόγητο, μια κυβέρνηση με αριστερές αναφορές που εκλέχτηκε  έχοντας ως πρόγραμμα την κατάργηση των μνημονίων, να χρησιμοποιεί τα μνημονιακά «εργαλεία». Να χρησιμοποιεί για την καταπολέμηση της ανεργίας τα προγράμματα 5μηνης απασχόλησης, στα οποία καταργείται η ίδια η έννοια του εργαζόμενου και «βαφτίζεται» ωφελούμενος, με ανύπαρκτα εργασιακά δικαιώματα, αμειβόμενος με  μισθό- χαρτζιλίκι των 495€. Τα προγράμματα αυτά δεν δημιουργήθηκαν για να αντιμετωπιστεί η ανεργία, αντίθετα χρησιμοποιούν τον εφιάλτη της ανεργίας για την εδραίωση και την εμπέδωση της συνθήκης του εργασιακού μεσαίωνα. Απευθύνονται πρώτα και κύρια στη νεολαία, προβάλλοντας σαν μια προοπτική απέναντι στο 60% της ανεργίας, διαμορφώνοντας ένα νέο τύπο εργαζόμενου που θα αισθάνεται προνομιούχος γιατί απλά και μόνο έχει δουλειά για ένα εξάμηνο, που δεν θα έχει και δεν θα διεκδικεί δικαιώματα, που θα αισθάνεται και θα είναι αναλώσιμος, απόλυτα προσαρμοσμένος στο μοντέλο της ευέλικτης εργασίας. Είναι απαράδεκτο η κυβέρνηση να μην καταργεί αυτά τα προγράμματα και να τα αντικαθιστά με θέσεις πλήρους και σταθερής απασχόλησης αλλά να τα παρατείνει, δημιουργώντας «γέφυρες» συνέχισης της μνημονιακής πραγματικότητας, συμβάλλοντας στην εμπέδωση μιας ζωής χαμηλών προσδοκιών.
Δεν μπορεί να υπάρξει διέξοδος για τη γενιά μας από την ανεργία και την ευέλικτη εργασία με όρους ατομικού δρόμου. Δεν μπορεί η προοπτική για τη νεολαία να βρίσκεται στον κανιβαλικό ανταγωνισμό μεταξύ μας, για να καταφέρουμε να μην είμαστε στο  60% των ανέργων αλλά στο 40% των «τυχερών» που εργάζονται. Η εργασία δεν είναι προνόμιο, είναι δικαίωμα και εμείς δεν θα γίνουμε η γενιά των «ωφελούμενων» που θα λέει και ευχαριστώ γιατί θα βρίσκεται σε ένα φαύλο κύκλο ανάμεσα στην επισφαλή, χωρίς δικαιώματα εργασία και την ανεργία. Το φοιτητικό και ευρύτερα το νεολαιίστικο κίνημα πρέπει να βάλουν στην οπτική και τη δράση τους, στο διεκδικητικό τους πλαίσιο και στους αγώνες τους την ανατροπή του εργασιακού μεσαίωνα. Με συγκεκριμένα αιτήματα που θα στοχεύουν καταρχήν στην εργασιακή αξιοπρέπεια, στην επανακατοχύρωση των εργασιακών δικαιωμάτων, στην προστασία των ανέργων και εντέλει στην εξασφάλιση της μόνιμης και σταθερής δουλειάς για όλους.

Για την ικανοποίηση αυτών των αναγκών το φοιτητικό κίνημα, θα πρέπει να βάλει στο στόχαστρο τα μνημόνια και την κοινωνία που δημιούργησαν, να επιδιώξει  τη ρήξη και όχι την παράταση της μνημονιακής πραγματικότητας. Αυτό σημαίνει ότι το φοιτητικό κίνημα θα πρέπει πολιτικά να παλέψει για μια άλλη πορεία της χώρας, χωρίς μνημόνια, σε ρήξη με τους δανειστές και τις επιταγές τους. Δεν θα πρέπει να φοβηθούμε τη ρήξη με το ευρώ και την Ε.Ε, όταν ο σεβασμός αυτού του πλαισίου «ακρωτηριάζει» τη δυνατότητα άσκησης μιας φιλολαϊκής πολιτικής διεξόδου από την κρίση. Αυτό φάνηκε και από τη συμφωνία «γέφυρα» με το προηγούμενο μνημονιακό πρόγραμμα, που υπέγραψαν κυβέρνηση και δανειστές το Φλεβάρη, ενώ στην ίδια κατεύθυνση θα είναι και η συμφωνία στην οποία οδηγούνται τον Ιούνη. Η ανυποχώρητη  διεκδίκηση και υπεράσπιση των δικαιωμάτων και των αναγκών μας δεν χωράει στο «ρεαλισμό» μιας διαπραγμάτευσης, που υποτάσσει τις ανάγκες του λαού και της νεολαίας στα συμφέροντα των δανειστών!

Κατάργηση και όχι παράταση των μνημονίων
Καμία αποδοχή της συμφωνίας της 20ης Φεβρουαρίου

ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ  ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΑΓΚΕΣ ΜΑΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ «ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΙΜΑ»!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου