Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2015

Μια ρεαλιστική απάντηση για το νέο πρόγραμμα σπουδών



για έναν νικηφόρο αγώνα κόντρα στην εκπαιδευτική αναδιάρθωση
ενάντια στη διάλυση της δημόσιας και δωρεάν παιδείας

Πέντε χρόνια μνημονιακών πολιτικών και πιστής υποταγής στο ευρωπαϊκό πλαίσιο σηματοδότησαν την πιο βάρβαρη επίθεση στην ελληνική κοινωνία: μειώσεις μισθών και συντάξεων, ανεργία 30% εν γένει και 60% στη νεολαία, μαζική μετανάστευση, διάλυση κοινωνικών παροχών. Στο στόχαστρο φυσικά βρέθηκε και η τριτοβάθμια εκπαίδευση. Στο βωμό της αποπληρωμής του χρέους, η κρατική χρηματοδότηση για τα πανεπιστήμια, όπως και για κάθε δημόσιο αγαθό μειώνεται με δραματικούς ρυθμούς αγγίζοντας τα όρια της διάλυσης. Το ασφυκτικό αυτό οικονομικό πλαίσιο έρχεται να εντείνει ταυτόχρονα την εκπαιδευτική αναδιάρθρωση που προωθείται εδώ και χρόνια στα ελληνικά πανεπιστήμια. Πρόκειται για μια εκ βάθρων αλλαγή της εκπαιδευτικής διαδικασίας με στόχο αυτή να υπηρετήσει με τον καλύτερο τρόπο τις ανάγκες της αγοράς και του κέρδους, όχι των φοιτητών και της κοινωνίας.
Βασική πτυχή της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης αποτελεί και η αλλαγή των προγραμμάτων σπουδών στα περισσότερα τμήματα. Τα νέα προγράμματα σπουδών δεν αποτελούν μία τυχαία επεξεργασία του εκάστοτε τμήματος ή σχολής, παρά την ευθυγράμμιση με τις επιταγές και τις κατευθύνσεις της ευρωπαϊκής Συνθήκης της Μπολόνια. Η Συνθήκη αυτή υπογράφηκε το 1999 και προβλέπει τη δημιουργία ενός Ενιαίου Ευρωπαϊκού χώρου Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης που θα προωθεί την κινητικότητα επιστημονικού δυναμικού στα χωρικά όρια της ΕΕ και την διεθνή ανταγωνιστικότητα. Για τις κυβερνήσεις και τους πρυτάνεις σε ολόκληρη την Ευρώπη το κείμενο έγινε δόγμα. Κύριες πτυχές αυτής της συνθήκης όπως εξειδικεύονται στο νέο πρόγραμμα σπουδών είναι η εντατικοποίηση των σπουδών μας μέσα από την περιστολή της ακαδημαϊκής ελευθερίας, η ποσοτικοποίηση και διάσπαση των πτυχίων (ects, κύκλοι σπουδών, σεμινάρια) και η αέναη δια βίου κατάρτιση. Συγκεκριμένα στη Σχολή μας:
·         Η εντατικοποίηση εν προκειμένω προκύπτει μέσα από την επιλογή της κατάργησης των επαναληπτικών μαθημάτων και εξεταστικών, την συγκέντρωση πολλών και δύσκολων μαθημάτων στα πρώτα έτη, την επιβολή προαπαιτούμενων για τις συνθέσεις, την κατάργηση του ενδεικτικού χαρακτήρα και την υιοθέτηση δεσμευτικότητας του προγράμματος σπουδών και την διαγραφή στα ν+2 χρόνια, όπως αυτό επιβλήθηκε από το ν.Διαμαντοπούλου/Αρβανιτοπουλου. Οι συνθήκες αυτές προφανώς δημιουργούν μιαν ασφυκτική κι εξαντλητική πραγματικότητα για το φοιτητή. Η σχέση του οποίου με το επιστημονικό αντικείμενο θα ναι επιπλέον επιδερμική κι αντιεπιστημονική, στο μέτρο που αγκομαχώντας να αντιμετωπίσει τους εντατικούς ρυθμούς δεν θα χει την δέουσα επαφή, ως προς το εύρος και το βάθος, με τη νομική επιστήμη.

·         Η υπερεξειδίκευση αποτελεί κατ αρχάς βασικό απότοκο της επιλογής των διακλαδικών σεμιναρίων. Εάν μέχρι τώρα ως εξειδίκευση νοούταν η ενασχόληση μονάχα με ένα κλάδο του δικαίου πχ αστικό κατακερματίζοντας τη νομική επιστήμη, η εμβάθυνση σε ένα επιμέρους ζήτημα ενός κλάδου όπως γίνεται στα σεμινάρια συνιστά μια πρωτοφανή υπερεξειδίκευση. Ο περιορισμός δε των βασικών μαθημάτων ουσιαστικά στα πρώτα δύο έτη και η εν συνεχεία ασχολία με μαθήματα επιλογής στα υπόλοιπα, μεταφράζεται με την απουσία μεθοδολογικών εργαλείων σκέψης κι ανάλυσης, κάτι που θα προσέφερε η διασφάλιση της συνεχούς επαφής με τρόπο σφαιρικό με το νομικό αντικείμενο.

Σε αυτό ωθεί και η στροφή στον πρακτικισμό, στο μέτρο που τα περισσότερα μαθήματα πλέον δίνονται με βάση το διάβασμα λυμένων πρακτικών (τα οποία μάλιστα προφανώς δεν διανέμονται δωρεάν).

Έτσι τα σεμινάρια όχι απλά δεν αποτελούν εκσυγχρονιστικό στοιχείο του προγράμματος αλλά μας εγκλωβίζουν σε μία εξειδικευμένη γνώση που αύριο στην αγορά εργασίας πιθανόν να είναι άχρηστη και λειψή, καθώς η ζήτηση στο νομικό αντικείμενο είναι ρευστή και ολοένα μεταβάλλεται.

·         Τα ects αποτελούν το ευρωπαϊκό σύστημα μεταφοράς και συσσώρευσης πιστωτικών μονάδων (κατά την επιβολή της Συνθήκης της Μπολόνια)που επιβλήθηκαν για να καθιστούν μετρήσιμα τα πτυχία. Στην πραγματικότητα ποσοτικοποιούν τη γνώση και καθιστούν το φοιτητή έρμαιο σε ένα συνεχές κυνήγι πιστωτικών μονάδων που θα προέρχονται από σεμινάρια και από άλλους φορείς ιδιωτικούς ή δημόσιους. Πλέον αντί για πτυχίο νομικού επιστήμονα οι απόφοιτοι θα βγαίνουν απλώς με ένα ατομικό φάκελο 240 ects. Την ίδια στιγμή στα ιδρύματα του εξωτερικού οι σπουδές χωρίζονται σε δύο κύκλους σπουδών: το bachelor, που είναι οι βασικές σπουδές (180 ects) και το master (60 ects), που είναι η εξειδικευτική κατεύθυνση. Κατεύθυνση που θα ακολουθηθεί και στα ελληνικά πανεπιστήμια, με το master φυσικά να είναι επί πληρωμή.
Οι επιλογές αυτές συνθέτουν το κάδρο της διάλυσης της εκπαιδευτικής διαδικασίας ως τέτοιας αλλά και της εργασιακής μας προοπτικής. Τα πτυχία μας πλέον στην Ελλάδα των μνημονίων και της ανεργίας του 30% δεν θα αποτελούν τίποτε άλλο παρά εισιτήριο για τη μετανάστευση ή για μια ζωή χαμηλών προσδοκιών. Την ζωή των 300 ευρώ, των voucher, χωρίς κουβέντα για εργασιακά δικαιώματα. Εντατικοί ρυθμοί, ανταγωνισμός και κανιβαλισμός για την επικράτηση στον αγώνα επιβίωσης από τις σπουδές μας μέχρι τη δουλεία μας.
Αγώνας ή συμβιβασμός;

Σήμερα αναδεικνύονται δύο δρόμοι: ή θα υποταχθούμε στην πραγματικότητα των χαμηλών προσδοκιών και των αρνητικών συσχετισμών, οι οποίοι και επέβαλλαν την πραγματικότητα αυτή, ή θα αγωνιστούμε για να αλλάξουμε την πραγματικότητα και να τροποποιήσουμε τους συσχετισμούς υπέρ μας. Από την παραπάνω ανάλυση προκύπτει πως το νέο πρόγραμμα σπουδών δεν είναι αποκύημα της φαντασίας μια χούφτας καθηγητών ή ενός κοσμήτορα, παρά αποτελεί όχημα εφαρμογής πολύ συγκεκριμένων ευρωπαϊκών νεοφιλελεύθερων κατευθύνσεων. Γι’ αυτό άλλωστε νέα προγράμματα ξεφυτρώνουν τα τελευταία χρόνια σε όλους σχεδόν τους συλλόγους και τις σχολές πανελλαδικά.

Όποιος κάνει λόγο για ημίμετρα και μικροβελτιώσεις κι αγνοεί την ουσία και τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά του προγράμματος, διαπνέεται και διαπνέει λογικές ήττας και υποταγής. Γι’ αυτό άλλωστε αποχωρίσαμε από το διάλογο με την ΑΦΠ, η οποία μάλιστα βλέπει κατά τα λοιπά το νέο πρόγραμμα ως κάτι θετικό κι εκσυγχρονιστικό!
Ο ρεαλισμός τους συνίσταται στο να καλλιεργούν νοοτροπίες διαχείρισης μιας μη βιώσιμης κατάστασης, κάτι που αποτελεί παραίτηση και καταδίκη σε μια ζωή που άλλοι θα αποφασίζουν για σένα, χωρίς εσένα και φυσικά αντίθετα με τα συμφέροντα σου.
Σήμερα αξίζει να αγωνιστούμε ενάντια στο «ρεαλισμό» που μας επιβάλλουν. Αναγνωρίζουμε ότι οι επιλογές αυτές για το χώρο της εκπαίδευσης αποτελούν πολιτικές επιλογές και όχι φυσικό φαινόμενο ή μονόδρομος. Το νέο πρόγραμμα είναι πλέον μια πραγματικότητα, αλλά ρόλος της αριστεράς είναι ακριβώς να αλλάζει την πραγματικότητα όταν αυτή αντιστρατεύεται την κοινωνία και τις ανάγκες της. Για μας μόνος ρεαλιστικός δρόμος που θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα του φοιτητή είναι η ανατροπή του νέου προγράμματος στο σύνολό του.
Και θα ανατραπεί το νέο πρόγραμμα μόνο αν πυροδοτηθούν μαζικές συλλογικές διαδικασίες και κινητοποιήσεις. Να ανοίξει ο διάλογος. Όχι των αντιπροσωπειών με την κοσμητεία, αλλά μεταξύ των φοιτητών, μέσα από γενικές συνελεύσεις και συντονιστικά.

Για ένα φοιτητικό κίνημα
Από τη φύση του προγράμματος σπουδών και δη από την καθολικότητά του ως πρόβλημα περισσοτέρων συλλόγων, υποδεικνύεται και η δέουσα αντιμετώπισή του. Καμία σχολή και κανένας σύλλογος δεν μπορεί να τα βάλει μόνος του με την εκπαιδευτική αναδιάρθρωση, στο μέτρο που ακριβώς δεν είναι ζήτημα μιας συνέλευσης σχολής ή ενός Κοσμήτορα. Αυτό δεν τονίζει το ανώφελο του αγώνα σήμερα, αλλά το καθήκον της συγκεκριμένης αναβάθμισης του.

Κανένας αγώνας δεν μπορεί όχι να κερδίσει αλλά ούτε καν να σηκωθεί, αν δεν υπάρξει η προοπτική να ενταχθεί σε μια τροχιά γενικευμένης, δυναμικής και διαρκούς αντίστασης και ανυποχώρητης πρόταξης των αναγκών των φοιτητών (όπως με επιτυχία έγινε το 2006-7 με την ακύρωση της συνταγματικής αναθεώρησης του αρ16). Χρειάζεται τα ρυάκια να γίνουν χείμαρρος.

Είναι πιο αναγκαία από ποτέ η ανασυγκρότηση του φοιτητικού κινήματος. Ενός πολιτικού φοιτητικού κινήματος που θα αναγνωρίζει ότι η υποταγή στο πλαίσιο της ΕΕ και των δανειστών δεν είναι μονόδρομος, πως μπορεί να υπάρξει δρόμος για το λαό και τη νεολαία δίχως τη νεοφιλελεύθερη λιτότητα, το ξεπούλημα και την πρόταξη του εθνικού χρέους έναντι των αναγκών μας. Γιατί η υποταγή στο ευρωπαϊκό κάδρο είναι η ίδια που επιβάλλει και την εκπαιδευτική αναδιάρθωση. Ενός διεκδικητικού φοιτητικού κινήματος που θα παλεύει για δημόσια και δωρεάν παιδεία αλλά και για το δικαίωμά κάθε νέου να βρει αύριο σταθερή δουλειά στη χώρα του και να ζει με αξιοπρέπεια. Ενός διαρκούς και μαχητικού φοιτητικού κινήματος που θα αναβαθμίζεται και θα κλιμακώνεται, που θα μπορεί να κινητοποιήσει τη νεολαία ολόκληρη και να καθορίσει το σκηνικό στη χώρα.

Να ανοίξει η κουβέντα στις συλλογικότητες και τους συλλόγους για το τί κίνημα θέλουμε, με ποιές διεκδικήσεις και πως αυτό μπορεί να σηκωθεί.

Εμπρός για μετωπικές πρωτοβουλίες της αριστεράς!

Η αριστερά για να ανταποκριθεί στα αναβαθμισμένα αυτά καθήκοντα οφείλει να υπερβεί τον εαυτό της, να υπερβεί χάσματα και στεγανά μιας άλλης εποχής προκειμένου να γίνει χρήσιμη και νικηφόρα απαντώντας στα διλήμματα του σήμερα. Η μετωπική συμπαράταξη της αριστεράς είναι το αναγκαίο εκείνο άλμα προκειμένου να βρεθεί ο μεγάλος απών: ο πολιτικός στυλοβάτης του φοιτητικού κινήματος. Σε κάθε σχολή οι δυνάμεις του ΑΡΔΙΝ, της ΕΑΑΚ και της ΑΡΕΝ μαζί με ανένταχτο κόσμο που προβληματίζεται και δρα πρέπει να συγκροτήσουν ανοιχτές μετωπικές πρωτοβουλίες με σκοπό: 
α) την οικοδόμηση αντιστάσεων στη μνημονιακή βαρβαρότητα που βιώνει η νεολαία εντός κι εκτός πανεπιστημίου, από τη διάλυση της εκπαίδευσης λόγω της υποχρηματοδότησης έως την παντελή στέρηση προοπτικής,
β) το χτύπημα της ηττοπάθειας και της αδράνειας, την ανάταση του αγωνιστικού φρονήματος,
γ) την πολιτική κι οργανωτική ανασυγκρότηση του φοιτητικού κινήματος με όρους πυροδότησης ευρύτερων εξελίξεων σε νεολαία και κοινωνία και
δ) το χτίσιμο ενός ρεύματος αμφισβήτησης κόντρα στα μνημόνια και τους ευρωμονοδρόμους.

Πρέπει να προχωρήσει άμεσα ένας πολιτικός και συνδικαλιστικός συντονισμός κι από κοινού σχεδιασμός, στοιχεία σαφώς βαθύτερα από έναν απλό κοινό βηματισμό ενόψει μιας συνέλευσης ή μιας κινητοποίησης, με ορίζοντα και προοπτική τη βαθύτερη κι ευρύτερη μετωπική συγκρότηση. Οι επιμέρους πρωτοβουλίες θα πρέπει να δικτυώνονται και να συντονίζονται μεταξύ τους, με δημοκρατικές διαδικασίες σε επίπεδα σχολής, πόλης και χώρας. Δίχως να απειλείται η αυτοτέλεια κάθε χώρου και χωρίς τη συγκάλυψη πολιτικών και ιδεολογικών διαφορών, η συμπαράταξη αυτή πρέπει να έχει τα χαρακτηριστικά του μετώπου: ενότητα στο προβληματισμό και την ειλικρινή διάθεση, ενιαιότητα με βάση το συμφωνηθέν πολιτικό και φυσιογνωμικό πλαίσιο, που θα προκύψει όχι με λογικές κοπτοραπτικής ή συγκόλλησης, αλλά με βάση το τι είναι αναγκαίο να γίνει σήμερα. Και δεν υπάρχει κάτι πιο αναγκαίο από το να τα αλλάξουμε όλα!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου