Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2018

"Το Πολυτεχνείο και η κρίση της επαναστατικής Αριστεράς" - Εισήγηση 2η

*Η δεύτερη από τις τρεις εισηγήσεις που έγιναν από μέλη μας στο πλαίσιο της εκδήλωσης "Το Πολυτεχνείο και η κρίση της επαναστατικής Αριστεράς", που διοργανώθηκε από το Αρ.Δι.Ν. Θεσσαλονίκης στις 15/11.


"Η διετία 1972 – 1973 προσδιορίζεται από δύο παράγοντες που καθόρισαν ολόκληρη την μετέπειτα 20ετία και ειδικότερα τις εξελίξεις στον ελλαδικό χώρο.
Ο πρώτος παράγοντας ήταν η μεταβολή του συσχετισμού δύναμης ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Από τη μία πλευρά, ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός οπισθοχωρεί διερχόμενος κρίση, από την άλλη οι Σοβιετικοί εκμεταλλευόμενοι ακριβώς αυτό προσπαθούν να βγουν μπροστά και να κερδίσουν την εμπλοκή τους στις περιοχές που αυτός υποχωρεί. Ταυτόχρονα οι ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές θέλουν να βγουν στο προσκήνιο, με στόχο την άμβλυνση του αμερικάνικου εναγκαλισμού. ΗΠΑ και ΕΣΣΔ έχουν αναδειχθεί σε δύο παγκόσμιες υπέρ-δυνάμεις και βασικά συνδιαχειρίζονται την πρωτοκαθεδρία τους, συναγωνιζόμενες ταυτόχρονα η μια την άλλη: η σχέση τους περιγράφεται εύγλωττα ως «συνδιαχειριστικός διπολισμός» ο οποίος αποσκοπεί αφ’ ενός στην απορρόφηση των κραδασμών που εξαπέλυσαν οι εξελίξεις της δεκαετίας του 1960 και αφ’ ετέρου στην αποτροπή της αμφισβήτησής της πρωτοκαθεδρίας τους από τις υπόλοιπες δυνάμεις.

  Ο δεύτερος παράγοντας που προσδιορίζει την εν λόγω δεκαετία ήταν τα εμφανέστατα σημάδια μιας επερχόμενης οικονομικής κρίσης σε παγκόσμιο επίπεδο. Επρόκειτο για την κρίση πτώσης του ποσοστού κέρδους, που σημαίνει πρακτικά ότι η κερδοφορία του κεφαλαίου έβαινε απειλητικά μειούμενη. Απάντηση σε αυτήν την κρίση είναι πολυδιάστατη αναδιαρθρωτική κίνηση του καπιταλιστικού στρατοπέδου με στόχο την αύξηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου με την αύξηση της παραγωγικότητας και τη μείωση του κόστους εργασίας.

  Την ίδια περίοδο η Ελλάδα βρίσκεται υπό το δικτατορικό καθεστώς των συνταγματαρχών. Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας, οι εργαζόμενοι της χώρας βλέπουν ότι η οικονομική τους κατάσταση γίνεται ολοένα και χειρότερη. Ταυτόχρονα, αρχίζουν να κάνουν την εμφάνισή τους και οι πρώτοι μαζικοί αγώνες, δείχνοντας ότι το αυταρχικό στρατιωτικό καθεστώς όχι μόνο δεν κατόρθωσε να συσπειρώσει γύρω του μερίδες του λαού, αλλά ότι ό,τι οικοδόμησε το καθεστώς μέχρι τώρα έτριζε συθέμελα.
 Εκτός από τη στάση του λαού, ο αμερικάνικος παράγοντας τον οποίο βασικά εξυπηρετεί το καθεστώς των συνταγματαρχών πιέζεται από δύο πλευρές. Από τη μια ο σοβιετικός στόλος βρίσκεται στη μεσόγειο και από την άλλη ο ευρωπαϊκός παράγοντας προσπαθεί να αξιοποιήσει τις οξυνόμενες αντιθέσεις ανάμεσα στις μερίδες της ελληνικής άρχουσας τάξης .
 Σε απάντηση οι ΗΠΑ, εκμεταλλευόμενες τη γεωστρατηγική θέση της Ελλάδας επεξεργάζονται σχέδια για τη Μέση Ανατολή και το κυπριακό. Χρειάζονται όμως τη γεωστρατηγική αξία χρήσης της Ελλάδος και ως εκ τούτου επιχειρούν την εξομάλυνση των ελλαδικών αντιθέσεων, προσπαθώντας να μείνουν οι ρυθμιστές της κατάστασης.
 Έτσι, πέντε χρόνια μετά την επιβολή του καθεστώτος, η χούντα προχωρά σε ένα νέο σχέδιο για τη χώρα με βασικό άξονα τη φιλελευθεροποίηση: τη δημιουργία μιας ψευδαίσθησης πολιτικής ζωής και ομαλότητας. Παρά, λοιπόν, το γεγονός ότι οι πάγιες πρακτικές της, όπως ο χαφιεδισμός, η σκληρή καταστολή, τα βασανιστήρια, συνεχίζονται αμείωτα, η χούντα αρχίζει να «ανέχεται» ορισμένες κινήσεις (π.χ. αντιπολιτευτικές εκδηλώσεις, δυνατότητα έκδοσης ορισμένων πιο προοδευτικών βιβλίων), με σκοπό να δημιουργήσει στον κόσμο την αίσθηση του ανοίγματος στον πολιτικό κόσμο. Στην πραγματικότητα, όμως, αυτό που κάνει είναι να δρομολογεί τις συνθήκες που εξυπηρετούν ακριβώς την ίδια τη σταθεροποίηση του καθεστώτος, που όπως προείπαμε τόσο χρειάζονται οι Αμερικάνοι.
Το καλοκαίρι του ’73, στις 3 Ιούνη, ο Παπαδόπουλος μεταβάλει το πολίτευμα της χώρας από μοναρχία σε προεδρική δημοκρατία, με πρόεδρο τον ίδιο, ενώ στις 12 Ιούνη προαναγγέλλει τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την αποδοχή ή όχι των νέων διατάξεων του Συντάγματος. Μετά από μια παρωδία δημοψηφίσματος, το 77,2% ΝΑΙ επισφράγισε την αποδοχή του καθεστώτος και την εκλογή του Παπαδόπουλου ως πρόεδρο για τα επόμενα 8 χρόνια. Με εξαγγελίες για γενική αμνηστία, άρση των έκτακτων μέτρων και εκλογές, την 1η Οκτώβρη δίνει εντολή στο Μαρκεζίνη να σχηματίσει κυβέρνηση.

  Από την άλλη πλευρά, ο αστικός πολιτικός κόσμος επιθυμεί πολύ έντονα την επιστροφή του στο προσκήνιο. Βασικό επιχείρημα του είναι πώς το καθεστώς τον χρειάζεται για να περιοριστεί η πιθανότητα μελλοντικής αντίδρασης του λαού. Ταυτόχρονα, εγγυώνται ότι με τους ίδιους στην εξουσία, θα επιτευχθεί η εξυπηρέτηση των συμφερόντων και των ειδικών σκοπών στην περιοχή του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού με το μικρότερο δυνατό κόστος.

  Έχει ενδιαφέρον ότι με τη στάση του μπλοκ των «ριγμένων» αστικών κομμάτων ευθυγραμμίζεται και εκείνη του ρεβιζιονισμού στην Ελλάδα. Το ΚΚΕ και το ΚΚΕεσ, παρά την όποια διαφοροποίησή τους ως προς τη φρασεολογία και τις εντάσεις που συνόδευσαν τη μεταξύ τους διάσπαση, προκρίνουν την πολιτική γραμμή της αντιδικτατορικής ενότητας. Δεν πιστεύουν στον μαζικό αγώνα που είναι απαλλαγμένος από τον ακολουθητισμό στις επιλογές της αστικής πολιτικής και των διεθνών κέντρων, ενώ διακηρυγμένος στόχος τους είναι μια οικουμενική κυβέρνηση, με μοναδικό σκοπό την πτώση της χούντας. Αυτό μεταφράζεται στην εξής στάση: οτιδήποτε δεν υπηρετεί το σκοπό της αντιδικτατορικής ενότητας φιλτράρεται και απορρίπτεται: κάθε αναφορά στον αντι-ιμπεριαλισμό και το ρόλο των ΗΠΑ ξορκίζεται ως στοιχείο διαλυτικό προς τον «κοινό σκοπό».

Από την άλλη υπάρχουν μια σειρά από οργανώσεις που έλαβαν μέρος στην αντιδικτατορική πάλη και τελικά στην ίδια την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Σημαντικό ρόλο ανάμεσα τους επιτέλεσε η ΟΜΛΕ. Η αντιρεβιζιονιστική πάλη που καθόρισε τη γέννησή της, προσδιόρισε και τη γραμμή της κατά τη διάρκεια της δικτατορίας. Ήδη από το 1971-72, αναγνώρισε στις λαϊκές διεργασίες μια έντονη αντιχουντική και αντιαμερικανική διάθεση, που δημιουργούσε τους όρους σύγκρουσης με το καθεστώς. Με βάση την αντιδικτατορική και αντιιμπεριαλιστική της κατεύθυνση αποκτά σταδιακά δεσμούς με το λαό και τη νεολαία. Οι μαρξιστές λενινιστές οργανώνουν, αναπτύσσονται, παρεμβαίνουν, αποκτούν επιρροή. Οι θέσεις της ΟΜΛΕ υιοθετούνται σταδιακά όλο και πλατύτερα και συμβάλλουν καθοριστικά στο ξέσπασμα της εξέγερσης. Οι θέσεις τους αυτές ενώνονται με τα συναισθήματα του ελληνικού λαού γιατί εκφράζουν τους πόθους και τις ανάγκες του. Τάσσονται ολοφάνερα κατά του καθεστώτος της χούντας και των Αμερικανών. Παλεύουν με την επίφαση της αντιδικτατορικής ενότητας και ορίζουν τον αντίπαλο.

  Από το 1971, η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης σηματοδοτεί διεκδικήσεις των εργαζομένων για αυξήσεις μισθών και αρχίζουν να κηρύσσονται σποραδικά στάσεις εργασίας και απεργίες. Παράλληλα, οι φοιτητές προχωρούν πολύ συχνά σε αγωνιστικές κινητοποιήσεις, με έντονο το αντιφασιστικό και αντιιμπεριαλιστικό στοιχείο, δείχνοντας συνεχώς την υποστήριξη τους στον πληττόμενο λαό και αναβαθμίζοντας τους μικρούς αγώνες σε κοινούς με όλα τα κομμάτια της κοινωνίας (δεν είμαι σίγουρος αν ισχύει αυτό).
  Αφορμή για την έναρξη των κινητοποιήσεων στο Πολυτεχνείο αποτέλεσαν οι φοιτητικές εκλογές, αλλά αμέσως τέθηκε το ζήτημα αν οι κινητοποιήσεις και η κατάληψη θα περιοριζόταν στο θέμα αυτό ή αν θα αναβαθμιζόταν σε πολιτικό επίπεδο. Καθοριστική για την έκβαση των γεγονότων υπήρξε η αντιπαράθεση ανάμεσα στις δυο βασικές πολιτικές γραμμές της αριστεράς. Η πρώτη γραμμή ήταν από αυτούς που υπονόμευαν το μαζικό αντιφασιστικό – αντιιμπεριαλιστικό κίνημα που βρισκόταν σε διαδικασίες ανάπτυξης, ενώ η δεύτερη ήταν η αντιφασιστική αντιιμπεριαλιστική γραμμή, ενάντια στην επιβολή των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, η οποία, όπως έδειξε η πορεία των γεγονότων, ήταν και αυτή που ανταποκρίθηκε στο λαϊκό αίσθημα και εντέλει αυτή που επικράτησε.

  Συγκεκριμένα, η πρώτη γραμμή υποστηρίχθηκε από τις δύο πτέρυγες του ρεβιζιονισμού, την «ορθόδοξη» και την ανανεωτική-πολυκεντρική. Την «ορθόδοξη» ρεβιζιονιστική γραμμή εξέφρασε η ΚΝΕ και η Αντι-ΕΦΕΕ. Πρώτη τους ενέργεια ήταν να επιχειρήσουν να απομονώσουν τους φοιτητές του Πολυτεχνείου από τους υπόλοιπους φοιτητές που είχαν έρθει για να στηρίξουν τον αγώνα, ενέργεια όμως που απέτυχε. Στη συνέχεια, έβαλλαν σθεναρά εναντίον της ιδέας της κατάληψης, η οποία συζητιόταν έντονα ανάμεσα στους φοιτητές. Αφού απέτυχε και αυτή τους η προσπάθεια, επεδίωξαν να αποκλειστούν οι εργαζόμενοι και οι μαθητές από τις εκδηλώσεις του Πολυτεχνείου, με το επιχείρημα ότι αυτές έπρεπε να μείνουν μέσα σε φοιτητικά πλαίσια. Βλέποντας και αυτήν την προσπάθειά τους να πέφτει στο κενό, προέβαλαν το επιχείρημα ότι ο αγώνας είχε αντιδικτατορικό χαρακτήρα και πρότειναν την απεύθυνση προς κάθε κόμμα που τασσόταν κατά της χούντας, με σκοπό τη δημιουργία κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Κάθε πρότασή τους καταποντιζόταν καταψηφιζόμενη από την πλατιά μάζα των φοιτητών. Οι ίδιοι, ωστόσο, παραβλέποντας τις αντίθετες αποφάσεις των συνελεύσεων, άρχισαν να λειτουργούν χωρίς εξουσιοδότηση, σβήνοντας από τους τοίχους συνθήματα όπως «Έξω οι Αμερικάνοι» που είχαν εγκριθεί από τη συνέλευση, και κατηγορώντας τους πάντες για αντιδημοκρατική παραβίαση των αποφάσεων και τραμπουκισμό. 

  Συγκεκριμένα, όσον αφορά στην επιθυμία του χώρου του ΚΚΕ να γίνει ή όχι κατάληψη, στο παρακάτω ντοκουμέντο με τίτλο «Έκθεση και συμπεράσματα για τα γεγονότα του Νοέμβρη 1973» που εγκρίθηκε από το ΚΚΕ τον Ιούλιο του ’76, αναφέρονται τα εξής:
«Στο προαύλιο του Πολυτεχνείου ανοργάνωτα, συζητιέται πλατιά τι θα γίνει παραπέρα και από πολλούς –κυρίως οργανωμένους και περισσότερο ανοργάνωτους αριστεριστές- προβάλλεται η προοπτική της κατάληψης όχι στη βάση κάποιου σχεδίου αλλά αυτοσχεδιασμών… Οι αριστεριστές… είχαν ταχθεί υπέρ της κατάληψης, χωρίς όμως να προτείνουν τι προοπτική θα είχε αυτή η ενέργεια, σε τι θα αποσκοπούσε. Ήταν φανερό πως ούτε η πρότασή τους αυτή ξεκινούσε από κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο. Η Α-ΕΦΦΕΕ σαν παράταξη ταλαντεύεται και δεν παίρνει θέση ανοιχτά με κανέναν συνδικαλιστή της». Αναφέρεται ακόμα το εξής: « είναι μάλλον βέβαιο ότι αν η ΚΝΕ ήταν σωστά προετοιμασμένη και τα στελέχη της δούλευαν έγκαιρα, σωστά και επί τόπου μέσα στο φοιτητικό κίνημα μ’ αυτήν την κατεύθυνση, θα ήταν δυνατόν ή να μην επιλεγεί καθόλου η μορφή της κατάληψης, ή αν και προσωρινά πραγματοποιούνταν, να στρέφονταν γρήγορα προς άλλες κατευθύνσεις».

  Με βάση τα όλα τα παραπάνω, είναι σημαντικό να προχωρήσουμε σε ορισμένα συμπεράσματα.

-Η πολιτική γραμμή της αντιδικτατορικής ενότητας και οι ειδικότερες συνεπαγωγές της στον αγώνα του πολυτεχνείου, είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με την ίδια την ιδιοσυστασία του ρεβιζιονισμού. Το θέσφατο της ειρηνικής συνύπαρξης του κομμουνιστικού κινήματος με τον ιμπεριαλισμό, οδήγησε στην παντελή απουσία αμφισβήτησής της κυριαρχίας του στα ελληνικά πράγματα. Έτσι τα ΚΚ περιορίζονταν σε έναν ρηχό αντιδικτατορικό λόγο, που αμφισβητούσε δηλαδή το περίβλημα της ελληνικής τάξης πραγμάτων και όχι την ουσία της. Ζητούσαν την εθνική πολιτική ενότητα όλων εκείνων των δυνάμεων που πρωταγωνίστησαν στο μετεμφυλιακό καθεστώς προκειμένου αυτές απλώς να αντικαταστήσουν τους δικτάτορες ως τοποτηρητές των αμερικάνικων ιμπεριαλιστικών συμφερόντων στην περιοχή.
Η φιλελευθεροποίηση του καθεστώτος και η ομαλοποίηση της κατάστασης δημιουργούσε προσδοκίες μιας σταδιακής ένταξης μιας νόμιμης μορφής του ρεβιζιονισμού, όπως ήταν η προδικτατορική ΕΔΑ. Η επιβίωση της περιορισμένης και ως εκ τούτου ακίνδυνης επιρροής του την επόμενη μέρα, κατέστησε τη φιλελευθεροποίηση διαδικασία που δεν έπρεπε επ’ ουδενί να αμφισβητηθεί. Εξ’ ου και η πυροσβεστική και διαλυτική στάση του ρεβιζιονισμού στα γεγονότα του πολυτεχνείου.  Μη μπορώντας να πείσουν και να διαχειριστούν τελικά τις μάζες των φοιτητών, τις βάπτισαν άθροισμα από αριστεριστές, πράκτορες και προβοκάτορες.

-Η εξέγερση και τα γεγονότα του Πολυτεχνείου δεν ήταν νομοτέλεια. Ήταν προϊόν της έντονης ιδεολογικής αντιπαράθεσης μιας σειράς δυνάμεων και αγωνιστών, που μόνο κορυφώθηκε με την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Η ήττα της ρεβιζιονιστικής γραμμής σηματοδότησε ότι όσο αντίξοες και αν είναι οι συνθήκες, όσο ανήμπορα και μικρά και αν φαίνονται τα πολιτικά υποκείμενα, οι πολιτικές γραμμές μετράνε. Η αντιιμπεριαλιστική γραμμή σε αντίθεση με τη ρεβιζιονιστική κέρδισε γιατί ανταποκρινόταν στις ανάγκες και τη συνείδηση του λαού και όχι στις ανάγκες του κόμματος και της διεθνούς του κεφαλής. Έτσι κατάφερε να αποδεσμεύσει –εν τέλει προσωρινά- τον κόσμο από την αστική και τη ρεβιζιονιστική επιρροή. Δεν ήταν άλλωστε, λίγα τα μέλη της βάσης του κκ που συντάχθηκαν με την εξέγερση και τον πολιτικό χαρακτήρα της παρά τη γραμμή του ρεβιζιονισμού.

-Τα γεγονότα του Πολυτεχνείου ακύρωσαν πρώτα απ’ όλα τα σχέδια της χούντας για φιλελευθεροποίηση. Οξύνοντας τις αντιφάσεις του, οδήγησαν το καθεστώς στη σκλήρυνση του, μέσα από την ανατροπή της κυβέρνησης Παπαδόπουλου-Μαρκεζίνη από τον Ιωαννίδη. Οι δε αστικές πολιτικές δυνάμεις και ο ρεβεζιονισμός αναγκάστηκαν να αποστασιοποιηθούν από τη δικτατορία.  
Ιδίως όμως η εξέγερση του Πολυτεχνείου κληροδότησε στη συνείδηση του κόσμου το ριζοσπαστισμό και τα αντιαμερικανισμό που θα καθορίσουν ολόκληρο το κάρδο της μεταπολίτευσης. Ήταν η ανάγκη χειρισμού αυτή της κατάστασης μεταφράστηκε με μια διαφορετική από το μεταπολεμικό καθεστώς δημοκρατία, όπως αυτή σηματοδοτήθηκε με το Σύνταγμα του 1975, την αποχώρηση από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, την άρση της παρανομίας του ΚΚΕ και το ξήλωμα όλων των μετεμφυλιακών μέτρων εις βάρος της αριστεράς. Οι δε αμερικάνοι, ύστερα από τα γεγονότα της Κύπρου αναγκάστηκαν να συμβιβαστούν με τους ευρωπαίους ιμπεριαλιστές στη λύση Καραμανλή".

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου